Για «βαθιά αντιθεσμική συμπεριφορά», που συνιστά, εν τέλει, «προσβολή προς τη δημοκρατία, προσβολή προς τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ», κατηγόρησε την αξιωματική αντιπολίτευση ο υπουργός Επικρατείας 'Ακης Σκέρτσος, σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό «Σκάι».

Εξ αρχής, ειδικότερα, ο υπουργός Επικρατείας κατηγόρησε τη μείζονα αντιπολίτευση ότι «έχει μια πολύ περίεργη αντίληψη για τη δημοκρατία, το δείχνει με τη στάση του τις τελευταίες ημέρες με την αποχώρησή του από τη Βουλή. Δεν συμμετέχει πλέον στις ψηφοφορίες στη Βουλή, όπως ορίζει το Σύνταγμα, όπως θα έπρεπε να κάνει για να επιτελεί το ρόλο του ως αξιωματικής αντιπολίτευσης. Χθες, ψηφίσαμε ένα πολύ σημαντικό νομοσχέδιο, το οποίο δίνει, κατοχυρώνει δικαιώματα σε πάγια αιτήματα του αναπηρικού κινήματος. Είναι ένα θετικό κοινωνικό νομοσχέδιο και ο ΣΥΡΙΖΑ που υποτίθεται ότι είναι ο υπερασπιστής της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων, δεν ψήφισε. Είναι απών της δημοκρατίας. Είναι ένας... κοπανατζής της δημοκρατίας. Συνεπώς το να κουνάει το δάκτυλο στα υπόλοιπα κόμματα και να κάνει κριτική απέξω από τη Βουλή ή να πετροβολεί την κοινοβουλευτική δημοκρατία [...] πρόκειται - και το έχει πει και ο πρωθυπουργός - για μια μορφή τραμπισμού α λα γκρέκα».

Και συνέχισε: «Κανείς δεν ισχυρίζεται ότι η δημοκρατία μας είναι τέλεια. Αλλά απέχει πάρα πολύ από τον ισχυρισμό ότι η δημοκρατία μας είναι στην εντατική [...] Η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο Economist δείχνουν ότι η κατάσταση της ελληνικής δημοκρατίας είναι σημαντικά καλύτερη σήμερα από το 2019. Επομένως αυτή είναι μια προσωπική αντίληψη του κ. Τσίπρα ή του ΣΥΡΙΖΑ για την κατάσταση της δημοκρατίας, η οποία, όμως, δεν αντικατοπτρίζεται στο πώς μας αξιολογούν απέξω. Έχουμε μια κυβέρνηση που προφανώς κάνει και λάθη, τα οποία, όμως, για πρώτη φορά παραδέχεται, διορθώνει και προχωράει πάρα κάτω».

Στο θέμα των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων, εξάλλου, ο υπουργός Επικρατείας υπογράμμισε την κυβερνητική θέση λέγοντας ότι «το Σύνταγμα ορίζει ότι ο μόνος, ο οποίος μπορεί να διαχειρισθεί και να δώσει λύση στο θέμα των υποκλοπών, είναι η δικαιοσύνη. Κανένας άλλος. Δικαιοσύνη δεν θα αποδώσει ο ΣΥΡΙΖΑ, οι ρόλοι είναι διακριτοί, η υπόθεση βρίσκεται στα χέρια της δικαιοσύνης. Εμείς ό,τι ήταν να κάνουμε το κάναμε, με δική μας πρωτοβουλία υπήρξαν παραιτήσεις. Υπήρξε διόρθωση ενός νομοθετικού πλαισίου, το οποίο είχε να αλλάξει επί 20 χρόνια τουλάχιστον. Αντιθέτως έγινε χειρότερο επί ΣΥΡΙΖΑ, όταν υπήρξαν διαδικασίες που έκαναν πιο εύκολες τις παρακολουθήσεις από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Δεν μπορεί να κουνά το δάκτυλο ο ΣΥΡΙΖΑ σε θέματα ποιότητας της δημοκρατίας». Ενώ, επανερχόμενος στην απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία να απέχει από τις ψηφοφορίες στο Κοινοβούλιο, ο 'Α. Σκέρτσος έκανε λόγο για «βαθιά αντιθεσμική συμπεριφορά, προσβολή προς τη δημοκρατία, προσβολή προς τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ».

Στη συνέχεια αναφέρθηκε σε δύο πρόσφατες υποθέσεις: Αφενός στην καταδίκη της χώρας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την απομάκρυνση, από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, της Κατερίνας Σαββαΐδου από τη θέση της γενικής γραμματέως Δημοσίων Εσόδων. Αφετέρου στις καταδικαστικές αποφάσεις σε βάρος στελεχών - βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ μετά από μηνύσεις δημοσιογράφων. Υποθέσεις που επικαλέστηκε ο υπουργός Επικρατείας για να συμπεράνει πως «σε θέματα ελευθερίας του Τύπου, προστασίας δικαιωμάτων, της υπόληψης του καθενός μας δεν μπορούν να κουνούν το δάκτυλο».

Κληθείς να σχολιάσει το ενδεχόμενο η αξιωματική αντιπολίτευση να αμφισβητήσει το εκλογικό αποτέλεσμα το βράδυ των εκλογών, απάντησε πως «δεν είναι θέμα στο τραπέζι η αμφισβήτηση των εκλογικών διαδικασιών, έχουμε μια δημοκρατία, η οποία μετρά σχεδόν μισό αιώνα. Είναι η πιο εύρωστη, η πιο ποιοτική δημοκρατία που είχε ποτέ το σύγχρονο ελληνικό κράτος. Δεν έχει τεθεί ποτέ από κανέναν ζήτημα εκλογών, είναι, συνεπώς, ένα ζήτημα εσωτερικής κατανάλωσης που γίνεται εντός των τειχών του ΣΥΡΙΖΑ. Αν το κάνει, θα το κάνει μόνο και μόνο για να διασφαλίσει (σ.σ. ο Αλέξης Τσίπρας) τη δική του παραμονή στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Επί 15 και πλέον, χρόνια, είναι ο παλαιότερος πολιτικός αρχηγός».

Ερωτηθείς για δηλώσεις του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ - Π.Σ. Κώστα Αρβανίτη που ήλθαν την Πέμπτη (χθες) στο προσκήνιο, ξεκαθάρισε πως «θα έπρεπε να είχε ζητηθεί η παραίτηση του κ. Αρβανίτη, το λέω ωμά». Με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι «το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας έχει δώσει αγώνες για τη δημοκρατία, στήριξε την Ελλάδα και την κράτησε εντός της ΕΕ το 2015. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα τα κατάφερνε μόνος του».

Σε μια περισσότερο αναλυτική τοποθέτηση, εξ άλλου, για τις τηλεφωνικές παρακολουθήσεις, ο υπουργός Επικρατείας κατήγγειλε «μια χυδαία, προκλητική και, θα το τολμήσω να το πω, αντιπατριωτική στάση. Γιατί σπεκουλάρουν πάνω σε ένα ζήτημα εθνικής ασφάλειας σε μια πάρα πολύ κρίσιμη συγκυρία για τα εθνικά θέματα. Ο ρόλος της ΕΥΠ είναι να κάνει παρακολουθήσεις και αυτό να το κάνει εντός του πλαισίου του Συντάγματος και των νόμων. Ποντάρουν στο γεγονός ότι λόγω της σημασίας των εθνικών ζητημάτων που χειρίζεται η ΕΥΠ, δεν μπορούν να αποκαλυφθούν τα πάντα. Δεν μπορούμε να κάνουμε την ΕΥΠ σουρωτήρι. Θέλει πάρα πολύ μεγάλη αυτοσυγκράτηση, λέμε ξανά και ξανά ότι είναι ένα ζήτημα που πρέπει να χειρισθεί η δικαιοσύνη με τη μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα αλλά και εχεμύθεια -και να κλείσει εκεί».

Όταν του ζητήθηκε δε, να σχολιάσει το ενδεχόμενο συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ/Κίνημα Αλλαγής και τον Νίκο Ανδρουλάκη, επεσήμανε πως «χρειαζόμαστε αποτελεσματικές κυβερνήσεις. Ζούμε σε μία περίοδο πολυκρίσεων, αλλεπάλληλων κρίσεων, που σκορπίζουν μεγάλη ανασφάλεια στον κόσμο. Ταυτίζομαι πάρα πολύ με το αίσθημα ανασφάλειας που έχει αυτή τη στιγμή ο μέσος πολίτης. Το κράτος είναι εδώ για να δίνει λύσεις, για να διαχειρίζεται κρίσεις με αποφασιστικότητα και ταχύτητα. Τα τελευταία 3,5 χρόνια είχαμε μια κυβέρνηση η οποία διαχειρίστηκε (σ. σ. την κατάσταση) με επάρκεια - παρά τους περιορισμένους πόρους που είχε η Ελλάδα λόγω της δεκαετούς κρίσης που είχε προηγηθεί».

Και, ακολούθως, «αυτή η κυβέρνηση δεν χρειάζεται δεκανίκια αυτή τη στιγμή για να επιτελέσει το ρόλο της. Πρέπει να σκεφθούν πάρα πολύ σοβαρά οι πολίτες τι θα συμβεί αν θα έχουμε να διαχειριστούμε μια νέα εθνική κρίση, μια νέα ενεργειακή κρίση, μια νέα πανδημία, με ένα κυβερνητικό σχήμα το οποίο δεν θα μπορεί να πάρει γρήγορες αποφάσεις. Αυτό είναι το ζητούμενο και το δίλημμα της πρώτης κάλπης».

Όμως, συμπλήρωσε, «τα δεδομένα δείχνουν ότι στη δεύτερη κάλπη θα έχουμε μια αυτοδύναμη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας». Και, την ίδια στιγμή, «η συνεργασία είναι καλό πράγμα, ο πρωθυπουργός έχει δείξει ότι είναι ανοιχτός στις ευρύτερες συνεργασίες έχει καλέσει στελέχη από άλλους πολιτικούς χώρους».

Και, σε έναν πιο προσωπικό τόνο, «μιλάτε σε έναν άνθρωπο που προέρχεται από έναν άλλο χώρο, εγώ είμαι μια έμπρακτη απόδειξη του ανοίγματος που έχει κάνει ο κ. Μητσοτάκης και σε άλλους χώρους εκτός της ΝΔ. Έχω οικογενειακή παράδοση από την ΝΔ, οι γονείς μου ψήφιζαν ΝΔ, εγώ προέρχομαι από έναν άλλον πολιτικό χώρο. Ταυτίζομαι απόλυτα, όμως, με το πολιτικό σχέδιο του Κυριάκου Μητσοτάκη για να κάνουμε την Ελλάδα πιο σύγχρονη, πιο ευρωπαϊκή, πιο παραγωγική. Μια Ελλάδα που θα τιμά τους πολίτες και θα αποδίδει δικαιοσύνη στους φόρους που πληρώνουν. Το δίλημμα είναι το, μπροστά ή πίσω», συμπέρανε.

Σύμφωνα με τον 'Α. Σκέρτσο, «οι δυνάμεις που επικαλούνται τη δήθεν προοδευτική διακυβέρνηση είναι οι δυνάμεις που οραματίζονται μια Ελλάδα του παρελθόντος δυστυχώς. Δεν έχουν κάνει καμία αυτοκριτική για όλα τα διαρθρωτικά προβλήματα που οδήγησαν σε αυτήν την πολυετή ταλαιπωρία [...] προτείνουν στο λαό μια συμμαχία των ανθρώπων που έχουν μια αναχρονιστική αντίληψη για την Ελλάδα».

Η συνέντευξη έκλεισε με τις κινητοποιήσεις των καλλιτεχνών. Αναγνωρίζοντας, εισαγωγικώς, ότι είναι ένα θέμα που «έχει δημιουργήσει μεγάλες εντάσεις», δήλωσε ότι θέση της κυβέρνησης είναι ότι «βρισκόμαστε στο σημείο προ του Προεδρικού Διατάγματος. Έχουν εξαιρεθεί ρητώς το καλλιτεχνικό έργο, οι καλλιτέχνες, από το Π.Δ. Ωστόσο υπάρχουν διαχρονικά προβλήματα στην καλλιτεχνική εκπαίδευση, επί 20ετία τουλάχιστον, που καμία κυβέρνηση δεν επέλυσε. Έχουν δίκιο οι καλλιτέχνες να διαμαρτύρονται για αυτά. Τα συζητήσαμε εκτενώς επί 2,5 ώρες με τον πρωθυπουργό».

Καταλήγοντας σημείωσε πως «δεν πρέπει να αδικούμε τις προσπάθειες που έκανε το Υπουργείο Πολιτισμού. Είναι, ωστόσο, ένα ζήτημα, το οποίο αφορά και το Υπουργείο Παιδείας και το Υπουργείο Εσωτερικών και το Υπουργείο Πολιτισμού. Εκεί θα έπρεπε να είχαμε πάει ταχύτερα. Η κυβέρνηση καλείται να λύσει προβλήματα 40 χρόνων μέσα σε τρία χρόνια [...] Αυτό είναι ένα πρόβλημα 20ετίας, το παραδέχθηκαν οι συνδικαλιστικοί φορείς». Κατέληξε δε, η καλλιτεχνική εκπαίδευση δεν έχει βαθμίδες και «πρέπει να την ανωτατοποιήσουμε, να δώσουμε διεξόδους μετάβασης από το μεταλυκειακό επίπεδο στο ανώτατο επίπεδο εκπαίδευσης. Να διορθώσουμε κάποιες μισθολογικές αδικίες στην αμοιβή του καλλιτεχνικού έργου εντός του δημοσίου τομέα. Όλα αυτά τα συζητήσαμε και δώσαμε λύσεις προχθές».